Η επαναφορά της υπόθεσης αυτής στο προσκήνιο συμπίπτει με νέες αποκαλύψεις ότι τουρκικές πρεσβείες και προξενεία λειτουργούν ως κέντρα κατασκοπείας  –  Η δημόσια παρέμβαση του πρώην υπουργού Άμυνας και τότε αρχηγού ΓΕΕΘΑ Ευάγγελου Αποστολάκη  έδειξε και την σκοτεινή όψη της υπόθεσης σε ό,τι αφορά τους χειρισμούς της τότε κυβέρνησης 

Τέσσερα χρόνια μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, η Άγκυρα ξαναθυμήθηκε τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς, που έχουν λάβει άσυλο από την Ελλάδα. Με ανάρτησή της στο Facebook η τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα επαναφέρει το θέμα για την έκδοσή τους. Ξεκαθαρίζει, μάλιστα, σε πολύ αυστηρούς τόνους πως «πρέπει να αποδοθεί δικαιοσύνη».


Θυμίζουμε ότι η υπόθεση αφορά τους οκτώ στρατιωτικούς που η Άγκυρα χαρακτηρίζει πραξικοπηματίες και απαιτεί επίμονα την έκδοσή τους, Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ότι οι ελληνικές αρχές ακολούθησαν τη νόμιμη οδό, παρά το γεγονός ότι η τότε κυβέρνηση Τσίπρα, δια του τότε υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, είχε ευθέως ταχθεί υπέρ της παράδοσής τους στην Τουρκία.

Από όταν υπέβαλαν αίτηση για άσυλο και μετά την παροχή του, οι ελληνικές αρχές προστάτευσαν τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς, φοβούμενες δικαιολογημένα το ενδεχόμενο να δολοφονίας ή και απαγωγής τους από Τούρκους πράκτορες. Εξ ου και δεν είναι ούτε τώρα γνωστό που ακριβώς βρίσκονται.

Η δημόσια παρέμβαση του πρώην υπουργού Άμυνας και τότε αρχηγού ΓΕΕΘΑ Ευάγγελου Αποστολάκη μας έδειξε και την σκοτεινή όψη της υπόθεσης. Αναφερόμενος σε όσα έγιναν την περίοδο εκείνη και στην εμπλοκή της Ελλάδας στις εξελίξεις, ο ναύαρχος αποκάλυψε ότι μόλις το ελικόπτερο προσγειώθηκε σε ελληνικό έδαφος, η κυβέρνηση σχεδίαζε να παραδώσει τους οκτώ στην Τουρκία, παρ’ ότι κάτι τέτοιο ισοδυναμούσε με θανατική καταδίκη ή στην καλύτερη περίπτωση με φριχτά βασανιστήρια.

Οι  δηλώσεις Αποστολάκη

Ο Ευάγγέλος Αποστολάκης σημείωσε μάλιστα ότι η Ελλάδα ήταν έτοιμη να στείλει πίσω το ελικόπτερο με τους οκτώ, αλλά αυτό δεν κατέστη εφικτό, γιατί δεν υπήρχε επικοινωνία με την τουρκική πλευρά. «Ακόμα και τη στιγμή που ήρθε το ελικόπτερο με τους οκτώ έγινε μία προσπάθεια να επιστρέψει το ελικόπτερο πίσω, αλλά είχαν χαθεί οι επικοινωνίες. Όταν έγινε η προσγείωση του ελικοπτέρου προσπάθησα να επικοινωνήσω με τον Ακάρ, γιατί θα είχε κλείσει το θέμα πολύ πιο ομαλά. Όταν μου ζήτησε ο Ακάρ να γυρίσουν οι οκτώ στην Τουρκία είχε εξελιχθεί η κατάσταση, είχαν συλληφθεί, είχαν μπει στη διαδικασία του ασύλου, είχε μπει η δικαιοσύνη στη μέση, δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει τίποτα. Το θέμα ήταν εκείνη τη στιγμή, πριν γίνουν αποδεκτοί, να υπήρχε κάποια συνεννόηση και να γινόταν αυτό που έπρεπε», κατέληξε.

Η αποκάλυψη, για την οποία εξαρχής υπήρχαν ενδείξεις, έχει πολιτική και ηθική σημασία. Πρώτον, επειδή γίνεται από ένα άτομο που λόγω της ιδιότητας που είχε την περίοδο εκείνη, έχει γνώση όλου του παρασκηνίου. Δεύτερο, επειδή μία απόπειρα παράδοσης των πκτώ προϋποθέτει ότι ο ίδιος ο τότε πρωθυπουργός είχε ανάψει το πράσινο φως.
Επιβεβαιώνεται έτσι ο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος είχε δηλώσει πως ο Αλέξης Τσίπρας του είχε υποσχεθεί την παράδοση των οκτώ Τούρκων αξιωματικών. Αξίζει να θυμίσουμε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε διαψεύσει κατηγορηματικά ότι είχε αναλάβει τέτοια δέσμευση. Απόρρητα έγγραφα που έφερε στο φως η ιστοσελίδα NordicMonitor επιβεβαιώνουν τον Αποστολάκη. «Οι ελληνικές αρχές είχαν συμφωνήσει να επιστρέψουν όχι μόνο το ελικόπτερο, αλλά και τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς». Ο τότε υπουργός Εξωτερικών είχε κάνει λόγο για «ψεύδη τουρκικών υπηρεσιών που διαψεύστηκαν ήδη από το καλοκαίρι του 2016».

Πρεσβείες  και  μυστικές  υπηρεσίες

Η επαναφορά της υπόθεσης αυτής στο προσκήνιο συμπίπτει με νέες αποκαλύψεις ότι τουρκικές πρεσβείες και προξενεία λειτουργούν ως κέντρα κατασκοπείας. Συγκεκριμένα, η δράση της τουρκικής πρεσβείας στην Πολωνία σαν μακρύ χέρι των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών πυροδότησε ποινική έρευνα.
Απόρρητο έγραφο που μόλις είδε το φως της δημοσιότητας αποκαλύπτει ότι ένας Τούρκος υπήκοος που ζει στην Πολωνία είχε πέσει θύμα παρακολούθησης από την εκεί τουρκική πρεσβεία, η οποία και είχε στείλει πληροφορίες γι’ αυτόν στην Άγκυρα.
Όλες οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν χρησιμοποιήθηκαν αργότερα εναντίον του παρακολουθούμενου όταν διώχθηκε ποινικά με την κατηγορία της τρομοκρατίας. Ας σημειωθεί ότι στην Τουρκία Κούρδοι και γκιουλενιστές διώξονται συστηματικά με αυτή την κατηγορία.

Η τουρκική πρεσβεία στη Βαρσοβία δεν αποτελεί εξαίρεση. Το ίδιο σε γενικές γραμμές συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο. Δεν είναι λίγοι οι Τούρκοι πολίτες που ζουν στο εξωτερικό, οι οποίοι με τη βοήθεια των εκάστοτε πρεσβειών πέφτουν θύματα απαγωγής και επιστρέφονται δια της βίας πίσω στην Τουρκία. Και σ’ αυτές τις επιχειρήσεις πρωτοστατούν Τούρκοι πράκτορες και διπλωμάτες. Οι πιο τυχεροί αντιφρονούντες στερούνται προξενικών υπηρεσιών, ενώ ανακαλούνται και τα διαβατήριά τους.

Οι τακτικές αυτές που παραβιάζουν κατάφωρα το διεθνές δίκαιο έγιναν αντιληπτές από τα Ηνωμένα Έθνη. Ο πρόεδρος-εισηγητής της ομάδας εργασίας για τις εξαφανίσεις και ο Φελίπε Μοράλες ειδικός εισηγητής για τα ανθρώπινα δικαιώματα των μεταναστών έστειλαν μια κοινή επιστολή στην τουρκική κυβέρνηση για να εκφράσουν την ανησυχία τους για τη «συστηματική πρακτική απαγωγών εκτός Τουρκικού εδάφους που χρηματοδοτούνται από το τουρκικό κράτος και τη βίαια επιστροφή τούρκων υπηκόων από πολλά κράτη στην Τουρκία».
Παρομοίως, η ομάδα εργασίας των Ηνωμένων Εθνών για την αυθαίρετη κράτηση διαπίστωσε στην 87η σύνοδό της που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 27 Απριλίου και 1 Μαΐου 2020 ότι η στέρηση της ελευθερίας τριών ατόμων από την τουρκική κυβέρνηση ήταν αυθαίρετη, δεν διέθετε νομική βάση και παραβίαζε τη Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το διεθνές σύμφωνο για τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα.

Παράνομη  εμπλοκή διπλωματών

Οι υποθέσεις που αναφέρονται στην επιστολή αποκάλυψαν την παράνομη εμπλοκή διπλωματών στην απέλαση ατόμων που συνδέονται με το κίνημα Γκιουλέν. Σε πολλές περιπτώσεις, Τούρκοι πρεσβευτές συνεργάστηκαν με τη ΜΙΤ, ώστε να απαγάγουν σε ξένο έδαφος Τούρκους υπηκόους. Ενδεικτικό παράδειγμα η πρεσβεία της Τουρκίας στην Πρίστινα. Σύμφωνα με τοπικές πηγές, αυτή αποτέλεσε τη βάση για τον εφοδιασμό και τον σχεδιασμό της απαγωγής και χρησίμευσε ως κέντρο κράτησης.

Έξι Τούρκοι υπήκοοι που ζούσαν στο Κόσοβο κρατήθηκαν για ένα διάστημα στην κατοικία της τότε Τούρκου πρέσβειρας Κιβιλισιμ Κιλίκ. Η συγκεκριμένη ανταμείφθηκε για τις υπηρεσίες της από τον ίδιο τον πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος τη διόρισε γενική διευθύντρια στον τομέα του υπουργείου Εξωτερικών που έχει αρμοδιότητα το Συμβούλιο της Ευρώπης και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα!
Περιττό να πούμε ότι το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών δεν έδωσε κάποια απάντηση στους εισηγητές του ΟΗΕ για την απαγωγή και βίαιο επαναπατρισμό Τούρκων υπηκόων (αρκετοί ήταν δάσκαλοι) που ζούσαν σε διάφορες πόλεις του κόσμου. Το έγγραφο του ΟΗΕ αποκάλυψε επίσης πώς ο Μεζουτ Κασμάτ και τα μέλη της οικογένειάς του απήχθησαν μετά από πληροφορίες που συνέλλεξε γι’ αυτούς η τουρκική πρεσβεία στο Πακιστάν. Τέθηκαν σε κράτηση επί 17 ημέρες και μετά επέστρεψαν ακούσια στην Τουρκία. Σύμφωνα με το έγγραφο των Ηνωμένων Εθνών, η οικογένεια Κασμάτ φέρεται να υπέστη σωματική και λεκτική κακοποίηση με στόχο να τους εξαναγκάσουν να επιστρέψουν εθελοντικά στην Τουρκία, ενώ μεταφέρθηκαν στην Τουρκία παρά τη δικαστική απόφαση κατά της απέλασης που εκδόθηκε.

Κατασκοπεία   υπέρ  Ερντογάν

Εκτός από τον ρόλο τους στις απαγωγές, τουρκικές πρεσβείες και προξενεία έχουν γίνει εργαλεία κατασκοπείας στα χέρια του καθεστώτος Ερντογάν. Οι τουρκικές διπλωματικές αποστολές σε όλο τον κόσμο κατασκοπεύουν συστηματικά τους αντιφρονούντες, παραθέτοντας τα ονόματά τους και τις καθημερινές κινήσεις τους, σαν να ήταν μέλη τρομοκρατικής οργάνωσης.
Απειλές, απαγωγές, αλλά και ύποπτοι θανάτοι Κούρδων ακτιβιστών, μελών της αδελφότητας Γκιουλέν και άλλων αντιφρονούντων έχουν προβληματίσει τις αρχές ασφαλείας πολλών κρατών, όπως είναι η Γερμανία, η Γαλλία, το Βέλγιο και η Ολλανδία. Σύμφωνα με πληροφορίες, στη Χάγη έχει έδρα ένα μυστικό κλιμάκιο της ΜΙΤ, η οποία έχει συντάξει και «λίστες θανάτου», στις οποίες έχουν καταχωρηθεί Κούρδοι, Τούρκοι, αλλά και Ευρωπαίοι πολίτες που είναι σφοδροί επικριτές του Ερντογάν. Σύμφωνα με ευρωπαϊκές υπηρεσίες ασφαλείας, οι Τούρκοι πράκτορες που δεν έχουν διπλωματική ιδιότητα απασχολούνται συνήθως σε ταξιδιωτικά γραφεία, σε τράπεζες, σε μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες και βέβαια σε μουσουλμανικά τεμένη.