Το μεσημέρι της περασμένης Τετάρτης, στελέχη του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, αξιωματούχοι της ΕΥΠ και αστυνομικοί ειδικών υπηρεσιών συμμετείχαν σε έκτακτη, «κλειστή» σύσκεψη στο μέγαρο της λεωφόρου Κατεχάκη. Αντικείμενό της ήταν να αξιολογηθούν τα δεδομένα μετά τις πρόσφατες φονικές τρομοκρατικές επιθέσεις σε Παρίσι, Νίκαια και Βιέννη. Στις υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών εξάλλου, υπήρχε ήδη από τα μέσα Οκτωβρίου διάχυτη ανησυχία ότι η δυναμική αντίδραση του Γάλλου προέδρου στον αποκεφαλισμό του καθηγητή Σαμουέλ Πατί, θα πυροδοτούσε την αντίδραση ακραίων στοιχείων, όχι μόνο επί γαλλικού εδάφους αλλά ενδεχομένως και στην Ελλάδα. Οπως μάλιστα είναι σε θέση να γνωρίζει η «Κ», λίγα εικοσιτετράωρα μετά τον φόνο του καθηγητή αποφασίστηκε να δημιουργηθεί κοινή ομάδα εργασίας Ελλάδας – Γαλλίας, μια ιδιότυπη task force με τη συμμετοχή αξιωματούχων ασφαλείας των δύο χωρών για την άμεση ανταλλαγή πληροφοριών αναφορικά με υπόπτους για τρομοκρατία από χώρες του Μαγκρέμπ (Αλγερία, Τυνησία, Μαρόκο), που ζουν ή διέρχονται από την Ελλάδα.

Πηγές με γνώση όσων ειπώθηκαν πίσω από τις κλειστές πόρτες του υπουργείου περιγράφουν στην «Κ» ότι τα στελέχη της ΕΥΠ, της Αντιτρομοκρατικής και της Ασφάλειας συμφώνησαν ότι δεν διαθέτουν πληροφορίες ή ενδείξεις ότι οργανωμένος πυρήνας ακραίων ισλαμιστών σχεδιάζει τρομοκρατικό χτύπημα στη χώρα. Αποφασίστηκε, ωστόσο, να διατηρηθούν τα μέτρα ασφαλείας σε στόχους γαλλικού ενδιαφέροντος, όπως επίσης και να ενταθούν οι προσπάθειες συλλογής πληροφοριών για ύπαρξη τυχόν ριζοσπαστικοποιημένων ατόμων στις κοινότητες των αλλοδαπών. Για να επιτευχθεί αυτό συμφωνήθηκε, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει η «Κ», να ενταθούν οι επαφές με τους επικεφαλής των περίπου 100 αυτοσχέδιων τζαμιών που λειτουργούν στην Αθήνα όπως και με τους εκπροσώπους των κοινοτήτων των αλλοδαπών που υπάρχουν στη πρωτεύουσα. Σε περίπου 25 εξάλλου ανέρχονται σύμφωνα με υψηλόβαθμο αξιωματούχο που ρωτήθηκε σχετικά, οι αλλοδαποί που βρίσκονται στην Ελλάδα και έχουν χαρακτηριστεί ύποπτοι για τζιχάντ. Βρίσκονται σε καθεστώς «διακριτικής επιτήρησης» από στελέχη της Αντιτρομοκρατικής, όπως άλλωστε και οι πέντε έγκλειστοι για τζιχάντ σε σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας.

Στη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε υπό τον υπουργό Μιχάλη Χρυσοχοΐδη δόθηκε έμφαση και στην ανάγκη ΕΥΠ, Αντιτρομοκρατική και η Διεύθυνση Ανάλυσης Πληροφοριών της ΕΛ.ΑΣ. να έχουν εικόνα όσων λέγονται και γράφονται σε ανοικτές ή ακόμα και κλειστές ομάδες που διατηρούν αλλοδαποί στα κοινωνικά δίκτυα. Ολοένα και συχνότερα εξάλλου, καταγράφεται το φαινόμενο μεμονωμένα άτομα (οι λεγόμενοι «μοναχικοί λύκοι») να ριζοσπαστικοποιούνται, όχι εξαιτίας κηρυγμάτων μίσους σε τζαμιά αλλά μέσω Διαδικτύου. Μόλις στις 28 Οκτωβρίου, η αστυνομία της Ισπανίας συνέλαβε τρία άτομα στην πόλη Σαν Σεμπαστιάν, που μέσω λογαριασμών στα social media με πάνω από 10.000 ακόλουθους διακινούσαν προπαγανδιστικό υλικό για το Ισλαμικό Κράτος.

 


Η επικοινωνία

Την Τρίτη το βράδυ, ένα εικοσιτετράωρο μετά την επίθεση με τέσσερις νεκρούς στη Βιέννη, ο κ. Χρυσοχοΐδης είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αυστριακό ομόλογό του. Ο κ. Καρλ Νεμάχερ, που είχε επισκεφθεί την Αθήνα στα τέλη Αυγούστου, περιέγραψε στον συνομιλητή του τα δραματικά γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στο κέντρο της αυστριακής πρωτεύουσας και παρέθεσε τα έως τότε δεδομένα των ερευνών. Καθώς ο 20χρονος δράστης ήταν δεύτερης γενιάς μετανάστης από τη Βόρεια Μακεδονία, ΕΥΠ και αστυνομία ερεύνησαν τυχόν διασύνδεσή του με αλβανόφωνους ισλαμιστές στην Ελλάδα δίχως πάντως ευρήματα. Η σύλληψη του 27χρονου από το Τατζικιστάν, το βράδυ της Τετάρτης στην Τρίπολη, εις βάρος του οποίου εκκρεμούσε διεθνές ένταλμα για συμμετοχή στο Ισλαμικό Κράτος, δεν φαίνεται να σχετίζεται ευθέως τουλάχιστον με τις εν εξελίξει έρευνες για τα γεγονότα σε Γαλλία και Αυστρία.

Το θέμα πάντως των αλβανόφωνων μαχητών του Ισλαμικού Κράτους με καταγωγή από τη Βόρεια Μακεδονία, όπως ο Κούρτιν Σ. που αιματοκύλισε τη Βιέννη, είχε προ διετίας αποτελέσει το αντικείμενο διμερών επαφών ανάμεσα σε στελέχη της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας και της αντίστοιχης υπηρεσίας της γειτονικής χώρας. Ο λόγος δεν ήταν άλλος από το γεγονός ότι 156 Βορειομακεδόνες είχαν ταξιδέψει στη Συρία και πολεμήσει στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους. Από αυτούς, πάνω από 40 επέστρεψαν, ενώ αρκετοί παραμένουν κρατούμενοι σε ελεγχόμενα από κουρδικές δυνάμεις κέντρα κράτησης. Σε εκείνη τη συνάντηση, τα στελέχη των διωκτικών αρχών της Βόρειας Μακεδονίας είχαν ζητήσει τη συνδρομή της ΕΛ.ΑΣ. σε θέματα ανταλλαγής πληροφοριών και εκπαίδευσης. Σύμφωνα με στοιχεία που κοινοποιήθηκαν στις ελληνικές υπηρεσίες, οι έρευνες της αυστριακής αστυνομίας επικεντρώνονται προς το παρόν σε Ελβετία, Γερμανία όχι όμως και την Ελλάδα.

 

ΠΗΓΗ   kathimerini.gr